Silmälläpito στα ελληνικά
Μετάφραση: silmälläpito, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αβλεψία, επίβλεψη, παράλειψη, επιτήρηση, της ωρολογοποιίας, ωρολογοποιίας, σει να βλέπουν, τομέα της ωρολογοποιίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- havaitseminen στα ελληνικά - αντίληψη, αντίληψης, την αντίληψη, η αντίληψη, αντίληψή
- laiminlyönti στα ελληνικά - παραγνωρίζω, παράλειψη, άγνοια, αποτυχία, βλάβη, ανεπάρκεια, αποτυχίας
- lumota στα ελληνικά - ορθογραφώ, συνεπαίρνω, συλλαβίζω, διάστημα, ξόρκι, μεταφορά, γοητεύω, ...
- mummo στα ελληνικά - βαβά, γιαγιά, γιαγιάς, τη γιαγιά, η γιαγιά, της γιαγιάς
Τυχαίες λέξεις
Silmälläpito στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αβλεψία, επίβλεψη, παράλειψη, επιτήρηση, της ωρολογοποιίας, ωρολογοποιίας, σει να βλέπουν, τομέα της ωρολογοποιίας
Μεταφράσεις: αβλεψία, επίβλεψη, παράλειψη, επιτήρηση, της ωρολογοποιίας, ωρολογοποιίας, σει να βλέπουν, τομέα της ωρολογοποιίας