Λέξη: μυθιστόρημα

Σχετικές λέξεις: μυθιστόρημα

μυθιστόρημα pdf, μυθιστόρημα σεφερης σχολια, μυθιστόρημα του φρανκ μίλλερ xerxes, μυθιστόρημα σεφερης αναλυση, μυθιστόρημα σεφερης, μυθιστόρημα του ντοστογιέφσκι, μυθιστόρημα του ναζισμού, μυθιστόρημα του ευρώ, μυθιστόρημα ορισμός

Συνώνυμα: μυθιστόρημα

μυθιστορία, μύθος, ειδύλλιο, ρομάντζο, ρωμάντζα, εποποιία

Μεταφράσεις: μυθιστόρημα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
novel, fiction, the novel, a novel
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
original, novela, nuevo, nueva, novedoso, la novela
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
neuartig, originell, roman, neu, Roman, neue, neuartige, neuartigen, Romans
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
neuf, roman, récent, nouveau, nouvelle, nouveaux, nouvel
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
romanzo, nuovo, nuova, romanzo di, nuovi
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sustentar, novela, novo, nutrir, romance, nova, novos
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
nieuw, opkomend, roman, nieuwe, boek, van nieuwe
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
новый, неиспытанный, новелла, роман, романа, повесть, новым
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
roman, romanen, nye, ny
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
roman, ny, nya, nytt, romanen
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
romaani, uusi, moderni, uusia, uusien, uutta
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
roman, ny, nye, hidtil ukendt, hidtil ukendte
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
román, novost, nový, nové, nová, románu
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
powieść, nowela, nowy, nowatorski, powieści, nowe, nowa
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
újfajta, regény, újszerű, új, az új
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
roman, yeni, yeni bir, romanı
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
новітній, новела, роман
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
roman, romani, romanin, romani i, roman i
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
роман, нова, нов, нови, романа
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
раман, роман
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
romaan, uudne, uudseid, romaani, uudsete, uudsed
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
romana, novela, roman, neispitan, nov, novi, nova, romanu
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skáldsaga, skáldsögu, skáldsagan, bókin, bók
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
novus
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
novelė, romanas, naujas, romaną, romano
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
romāns, jauna, jauns, romānu, jaunas
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
романот, роман, нови, романот на, нов
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
roman, nou, noi, romanul, nouă
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
román, roman, romana, nov, novo, nove
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nebývalý, román, neobvyklý

Στατιστικά δημοτικότητας: μυθιστόρημα

Τυχαίες λέξεις