Λέξη: παράκαιρος

Σχετικές λέξεις: παράκαιρος

παράκαιρος αντωνυμο

Μεταφράσεις: παράκαιρος

παράκαιρος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
inopportune

παράκαιρος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
importuno, inoportuno, inoportuna, inoportunos, intempestiva, inoportunas

παράκαιρος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ungelegen, unpassendsten, opportun, inopportun, Unzeit

παράκαιρος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
intempestif, inopportun, inopportune, intempestive, inopportunes

παράκαιρος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
inopportuno, intempestivo, inopportuna, inopportune, inopportuni

παράκαιρος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
inoportuno, inoportuna, inopportune, inoportunos, inoportunas

παράκαιρος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ongelegen, opportuun, niet opportuun, inopportune, verkeerd moment

παράκαιρος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
неурочный, несвоевременный, неподходящий, неуместный, несвоевременным, неподходящим, некстати, несвоевременными

παράκαιρος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
inopportune, uheldig, streik, ubeleilig, ubeleilige

παράκαιρος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
olämpligt, olämpliga, olägliga, inopportunt, olägligt

παράκαιρος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
nurja, ajankohtaan nähden sopimaton, sopimaton, sopimattomalla, sopimattomana, huonona

παράκαιρος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ubelejlig, ubelejligt, uheldigt, ubelejlige, uheldig

παράκαιρος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nevhodný, nevčasný, nepříhodný, nemístný

παράκαιρος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
niewczesny, nieodpowiedni, nie na miejscu, niedogodny, niestosowny

παράκαιρος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
időszerűtlen, alkalmatlan, időszerű, rosszkor, nem időszerű

παράκαιρος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
münasebetsiz, uygunsuz, zamansız, zamansız bir, vakitsiz

παράκαιρος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
недіючий, бездіяльний, невідповідний, непідходящий

παράκαιρος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
në kohë të papërshtatshme, kohë të papërshtatshme, pakohë, pavend, i pavend

παράκαιρος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
неподходящ, неуместно, неподходящия

παράκαιρος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
непадыходны, непрыдатны, непадыходзячы, недарэчны

παράκαιρος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ajakohatu, ebasobival, sobimatu, ebasobiv, rida ebasoodsal

παράκαιρος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
nepogodan, nezgodan, neumjesan, nepravodoban, neumjestan

παράκαιρος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
inopportune

παράκαιρος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
netinkamas, nesavalaikis, Netinkama, Nederamas, Nelaikā įvyko

παράκαιρος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nepiemērots, nelaikā noticis

παράκαιρος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
неуместен

παράκαιρος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
nepotrivit, inoportun, inoportună, inoportune, inoportuna

παράκαιρος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
neprimerno, neprimernem

παράκαιρος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nevhodný, nevhodné, vhodný, neprimeraný, nesprávny
Τυχαίες λέξεις