Somaattinen στα ελληνικά
Μετάφραση: somaattinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωματικός, φυσικός, σωματικών, σωματικά, σωματική, σωματικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ehjä στα ελληνικά - άρτιος, ακέραιος, ολόκληρος, αδιάσπαστη, αδιάκοπη, αδιάλειπτη, συνεχής, ...
- enemmistöpäätös στα ελληνικά - συναίνεση, ομοφωνία, πλειοψηφία, πλειονότητα, πλειοψηφίας, περισσότερες, περισσότερα
- kaislikko στα ελληνικά - ένα, μια, α, ένας, μία
- kehitys στα ελληνικά - προοδεύω, πρόοδος, ανάπτυξη, εξέλιξη, ανάπτυξης, την ανάπτυξη, της ανάπτυξης
Τυχαίες λέξεις
Somaattinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωματικός, φυσικός, σωματικών, σωματικά, σωματική, σωματικές
Μεταφράσεις: σωματικός, φυσικός, σωματικών, σωματικά, σωματική, σωματικές