Suurteko στα ελληνικά

Μετάφραση: suurteko, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αξιοποιώ, μεγάλη τεχνητή, μεγάλα τεχνητά, αυτά μεγάλα τεχνητά
Suurteko στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ehättää στα ελληνικά - σπεύδω, βασανίζω, λυμαίνομαι, Harry, Ο Χάρι, Ο Harry
  • karmea στα ελληνικά - μελαγχολικός, συγγνώμη, φρικτός, πικρός, ζοφερός, απαισιόδοξος, δριμύς, ...
  • merirosvo στα ελληνικά - πειρατής, πειρατικές, πειρατών, πειρατικό, πειρατή
  • paljon στα ελληνικά - πολλά, σχεδία, πληθώρα, κοπάδι, πολύ, κατακλυσμός, πηγάδι, ...
Τυχαίες λέξεις
Suurteko στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αξιοποιώ, μεγάλη τεχνητή, μεγάλα τεχνητά, αυτά μεγάλα τεχνητά