Taloustiede στα ελληνικά
Μετάφραση: taloustiede, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικονομολογία, οικονομική, Οικονομικά, οικονομία, οικονομίας, Economics, την οικονομία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- autioittaa στα ελληνικά - ερημώνω, ερημώ, ερήμωσης και αποπληθυσμού της, μειώνω τον πληθυσμό, ερήμωσης και αποπληθυσμού
- ennallistaa στα ελληνικά - αναστηλώνω, ανακτώ, αποκαθιστώ, ανοικοδόμηση, ανακατασκευάσει, ανακατασκευή, ανασυνθέσει, ...
- erottamaton στα ελληνικά - αχώριστος, αδιαχώριστες, αδιαχώριστο, αδιαχώριστη, άρρηκτα συνδεδεμένη
- pahanhajuinen στα ελληνικά - απαίσιος, βρόμικος, ανέντιμος, δύσοσμος, δύσοσμα, δύσοσμες, δύσοσμων, ...
Τυχαίες λέξεις
Taloustiede στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικονομολογία, οικονομική, Οικονομικά, οικονομία, οικονομίας, Economics, την οικονομία
Μεταφράσεις: οικονομολογία, οικονομική, Οικονομικά, οικονομία, οικονομίας, Economics, την οικονομία