Tarvike στα ελληνικά

Μετάφραση: tarvike, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ουσία, πράγμα, εμπορεύματα, πραμάτεια, άρθρο, στοιχείο, υλικό, υλικού, υλικών, υλικά, ύλη
Tarvike στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • jalkakäytävä στα ελληνικά - πεζοδρόμιο, πεζόδρομος, οδοστρώματος, οδόστρωμα, πεζοδρομίου, πεζοδρόμια
  • kirjanpito στα ελληνικά - λογιστική, λογιστικών, λογιστικής, λογιστικές, λογιστικά
  • komea στα ελληνικά - ωραίος, όμορφος, δραματικός, όμορφο, όμορφου
  • peninkulma στα ελληνικά - μίλι, μιλίων, μίλια, χλμ, χιλιόμετρο
Τυχαίες λέξεις
Tarvike στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ουσία, πράγμα, εμπορεύματα, πραμάτεια, άρθρο, στοιχείο, υλικό, υλικού, υλικών, υλικά, ύλη