Tylppä στα ελληνικά

Μετάφραση: tylppä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μονοκόμματος, αμυδρός, μουγγός, θολωμένος, βραδύς, βαρετός, πυκνός, πληκτικός, χαζός, μουντός, αμβλύς, θαμπός, μουχρός, δασύς, θολός, απότομος, αμβλύ, αμβλεία, αμβλείας, αμβλέα
Tylppä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ehdyttää στα ελληνικά - εξάτμιση, SAP, σφρίγος, το SAP, του SAP, της SAP
  • hauduttaa στα ελληνικά - στιφάδο, stew, κατσαρόλας, βραστό, κατσαρόλα
  • kulkureitti στα ελληνικά - δρόμος, διαδρομή, πορεία, δρομολόγιο, πέρασμα, διέλευση, δίοδο, ...
  • kynttilänsydän στα ελληνικά - φιτίλι, θρυαλλίδα, φυτίλι, φιτιλάκι, το φυτίλι, ΚαντηλήθρεςΕικόνες
Τυχαίες λέξεις
Tylppä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μονοκόμματος, αμυδρός, μουγγός, θολωμένος, βραδύς, βαρετός, πυκνός, πληκτικός, χαζός, μουντός, αμβλύς, θαμπός, μουχρός, δασύς, θολός, απότομος, αμβλύ, αμβλεία, αμβλείας, αμβλέα