Ulkomainen στα ελληνικά

Μετάφραση: ulkomainen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξωτερικός, ξένος, αλλοδαπός, ξένων, ξένες, ξένο
Ulkomainen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hyväonninen στα ελληνικά - τυχερός, καυτός, τυχεροί, τυχεροί και, τυχερό, τυχερή
  • kesakko στα ελληνικά - φακίδα, τη φακίδα, freckle, φακίδας, φακίδων
  • käytännöllisesti στα ελληνικά - σχεδόν, πρακτικά, ουσιαστικά, πράξη, πρακτικώς
  • ostokset στα ελληνικά - ψώνια, εμπορικό, Shopping, εμπορική, εμπορικά
Τυχαίες λέξεις
Ulkomainen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξωτερικός, ξένος, αλλοδαπός, ξένων, ξένες, ξένο