Vailla στα ελληνικά

Μετάφραση: vailla, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σε, προς, άνευ, χωρίς, χωρίς να, δεν, χωρίς την
Vailla στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • jaella στα ελληνικά - παραδίδω, εκφωνώ, διανέμουν, διανείμει, διανέμει, τη διανομή, διανείμετε
  • kalma στα ελληνικά - τέλος, πτώμα, τερματισμός, θάνατος, θάνατο, θανάτου, το θάνατο, ...
  • määrittelyjoukko στα ελληνικά - αρμοδιότητα, περιοχή, κτήση, κυριαρχία, ορισμός, ορισμό, ορισμού, ...
  • puristuma στα ελληνικά - συμπίεση, συμπίεσης, συμπιέσεως, με συμπίεση, τη συμπίεση
Τυχαίες λέξεις
Vailla στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σε, προς, άνευ, χωρίς, χωρίς να, δεν, χωρίς την