Varastopaikka στα ελληνικά
Μετάφραση: varastopaikka, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεφορτώνομαι, πετώ, ρίχνω, αποθήκη, αποθηκευτικό χώρο, χώρο αποθήκευσης, χώρος αποθήκευσης, αποθηκευτικός χώρος
Μεταφράσεις
- hauduttaa στα ελληνικά - στιφάδο, stew, κατσαρόλας, βραστό, κατσαρόλα
- menetelmäoppi στα ελληνικά - μεθοδολογία, μέθοδος διδασκαλίας, μέθοδο διδασκαλίας, τη μέθοδο διδασκαλίας
- nesteytyä στα ελληνικά - υγροποιώ, τήκομαι, τήκω, liquefy, υγροποιήσουν
- raadanta στα ελληνικά - μόχθος, αδελφή, κόπος, τσιγάρο, ελεεινή εργασία, αγγαρεία, μόχθο, ...
Τυχαίες λέξεις
Varastopaikka στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεφορτώνομαι, πετώ, ρίχνω, αποθήκη, αποθηκευτικό χώρο, χώρο αποθήκευσης, χώρος αποθήκευσης, αποθηκευτικός χώρος
Μεταφράσεις: ξεφορτώνομαι, πετώ, ρίχνω, αποθήκη, αποθηκευτικό χώρο, χώρο αποθήκευσης, χώρος αποθήκευσης, αποθηκευτικός χώρος