Varsinainen στα ελληνικά
Μετάφραση: varsinainen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαραίτητος, αποτελεσματικός, αληθινός, συνηθισμένος, αληθής, πραγματικός, ομαλός, ουσιώδης, τακτικός, πραγματική, πραγματικό, πραγματικές, πραγματικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- emäpuu στα ελληνικά - καρίνα, καρίνας, τρόπιδας, τρόπιδα, τρόπιδος
- havainnointi στα ελληνικά - αντίληψη, αντίληψης, την αντίληψη, η αντίληψη, αντίληψή
- koskea στα ελληνικά - πονώ, ενδιαφέρον, αγγίζω, επηρεάζω, πινελιά, παριστάνω, πόνος, ...
Τυχαίες λέξεις
Varsinainen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαραίτητος, αποτελεσματικός, αληθινός, συνηθισμένος, αληθής, πραγματικός, ομαλός, ουσιώδης, τακτικός, πραγματική, πραγματικό, πραγματικές, πραγματικής
Μεταφράσεις: απαραίτητος, αποτελεσματικός, αληθινός, συνηθισμένος, αληθής, πραγματικός, ομαλός, ουσιώδης, τακτικός, πραγματική, πραγματικό, πραγματικές, πραγματικής