Verkko στα ελληνικά

Μετάφραση: verkko, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλέγμα, ζεύξη, σχάρα, δίχτυ, δίκτυο, δικτύου, του δικτύου, δικτύων, το δίκτυο
Verkko στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ennättää στα ελληνικά - κάνω, φθάνω, κατασκευάζω, φτιάχνω, φτάνω, σουξέ, κατορθώνω, ...
  • esipuhe στα ελληνικά - προλογίζω, πρόλογος, προοίμιο, πρόλογο, προλόγου, πρόλογό, προλογίζει
  • nautittava στα ελληνικά - απολαυστικός, ευχάριστη, απολαυστική, ευχάριστο, ευχάριστες
  • portto στα ελληνικά - πατσαβούρα, ιερόδουλη, εταίρα, πόρνη, καριόλα, πόρνης, harlot
Τυχαίες λέξεις
Verkko στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλέγμα, ζεύξη, σχάρα, δίχτυ, δίκτυο, δικτύου, του δικτύου, δικτύων, το δίκτυο