Verkosto στα ελληνικά

Μετάφραση: verkosto, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δίκτυο, δικτύου, του δικτύου, δικτύων, το δίκτυο
Verkosto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • asiakaskunta στα ελληνικά - πελατεία, προστασία, πατρονάρισμα, πελατολόγιο, πελατείας, πελάτες, πελατών
  • hallintovalta στα ελληνικά - κύρος, εξουσία, αυθεντία, διοικητική αρχή, διοικητικής αρχής, διοικητικό όργανο, διοικητικού οργάνου
  • kotipaikka στα ελληνικά - τοποθετώ, τόπος, κατοικία, σπίτι, μέρος, Αρχική σελίδα, το σπίτι, ...
  • käämiä στα ελληνικά - σπείρα, πηνίο, πηνίου, σπείρας, του πηνίου
Τυχαίες λέξεις
Verkosto στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δίκτυο, δικτύου, του δικτύου, δικτύων, το δίκτυο