Veto στα ελληνικά
Μετάφραση: veto, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνάφεια, έλκω, χωρητικότητα, ζωγραφίζω, πάσσαλος, στοιχηματίζω, τραβώ, επισύρω, στοίχημα, έλξη, τράβηγμα, αγχιστεία, βύθισμα, έλξης, πρόσφυση, έλξεως, πρόσφυσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aatos στα ελληνικά - ιδέα, σκέψη, νόμιζα, σκεφτόμουν, θεωρούν, πιστεύεται, σκεφτεί, ...
- alhainen στα ελληνικά - αξιοκαταφρόνητος, άσχημος, ευτελής, συνηθισμένος, βάθρο, χαμηλός, αμοιβαίος, ...
- haihtua στα ελληνικά - διασκορπίζομαι, διασκορπίζω, σκορπίζω, διασπείρω, εξάτμιση, εξατμιστεί, εξατμίζονται, ...
- heikkolahjainen στα ελληνικά - subnormal, υποκανονική, υποφυσιολογική, υπόλειτουργικό, υποκανονικά
Τυχαίες λέξεις
Veto στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνάφεια, έλκω, χωρητικότητα, ζωγραφίζω, πάσσαλος, στοιχηματίζω, τραβώ, επισύρω, στοίχημα, έλξη, τράβηγμα, αγχιστεία, βύθισμα, έλξης, πρόσφυση, έλξεως, πρόσφυσης
Μεταφράσεις: συνάφεια, έλκω, χωρητικότητα, ζωγραφίζω, πάσσαλος, στοιχηματίζω, τραβώ, επισύρω, στοίχημα, έλξη, τράβηγμα, αγχιστεία, βύθισμα, έλξης, πρόσφυση, έλξεως, πρόσφυσης