Λέξη: ιπποσύνη

Σχετικές λέξεις: ιπποσύνη

ιπποσύνη λεξικό

Μεταφράσεις: ιπποσύνη

ιπποσύνη στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
chivalry, knighthood

ιπποσύνη στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
caballería, caballerosidad, la caballería, caballerías, la caballerosidad

ιπποσύνη στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ritterstand, ritterschaft, rittertum, Ritterlichkeit, Ritter, Rittertums, Rittertum, Ritterschaft

ιπποσύνη στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chevalerie, la chevalerie, chevaleresque, chevaleresques, chevaliers

ιπποσύνη στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cavalleria, cavalleresco, cavallereschi, cavalleresca, la cavalleria

ιπποσύνη στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cavalheirismo, cavalaria, chivalry, o cavalheirismo, a cavalaria

ιπποσύνη στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ridderlijkheid, ridderschap, chivalry, de ridderschap, riddertijd

ιπποσύνη στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отважность, рыцарство, дворянство, рыцарства, галантность, благородство, рыцарству

ιπποσύνη στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ridderlighet, ridder, ridderskap

ιπποσύνη στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ridderlighet, chivalry, chivalryen, riddar, riddarorden

ιπποσύνη στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
aatelisarvo, ritarilaitos, chivalry, ritarillisuudelle, ritari-, ritarillisuuden

ιπποσύνη στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ridderlighed, ridderskab, riddertiden, riddere, Ridderskabs

ιπποσύνη στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
rytířství, kavalírství, rytířskost, galantnost, hrdinství

ιπποσύνη στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rycerstwo, rycerskość, kawalerskość, kawalerstwo, rycerstwa, chivalry, rycerski

ιπποσύνη στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lovagiasság, lovagi, a lovagiasság, lovagság, lovagias

ιπποσύνη στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şövalyelik, chivalry, kibarlığı, şövalyeliği, kibarlık

ιπποσύνη στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
лицарство, рицарство, лицарства

ιπποσύνη στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kalorësi

ιπποσύνη στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
рицарство, рицарството, рицарски, кавалерство, галантност

ιπποσύνη στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
рыцарства, крыжакі

ιπποσύνη στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rüütlikombed, rüütellikkus, Chivalry, rüütellikkuse, Ritarillisuus

ιπποσύνη στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
viteštvo, kavalirština, viteštva, kavalirstvo, su viteštvo

ιπποσύνη στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Chivalry

ιπποσύνη στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
riteriškumas, taurumas, Kawalerstwo, galantiškumas, kilnumas

ιπποσύνη στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
bruņniecība

ιπποσύνη στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
витештвото, рицарство

ιπποσύνη στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cavaleri, cavalerismul, cavalerism, cavalerismului, cavaleresc

ιπποσύνη στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
viteštvo

ιπποσύνη στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
rytierstva, rytířství, rytierstvo
Τυχαίες λέξεις