Λέξη: ήλιος
Σχετικές λέξεις: ήλιος
ήλιος αντίθεση πλούτων, ήλιος θεός, ήλιος με δόντια, ήλιος σύνοδος ερμής, ήλιος ο πρώτος, ήλιος στην πέτρα, ήλιος αεροπλάνο, ήλιος ο ηλιάτορας, ήλιος της βεργίνας, ήλιος τετράγωνο ήλιος, ο ήλιος
Συνώνυμα: ήλιος
ήλιος, ηλιοτρόπιο
Μεταφράσεις: ήλιος
αγγλικά
sun, sunflower
ισπανικά
tornasol, girasol
γερμανικά
sonnenlicht, sonnenblume, sonntag, sonne
γαλλικά
somptuosité, soleil, hélianthe, tournesol, pare-soleil, ...
ιταλικά
girasole, sole
πορτογαλικά
intimação, domingo, sol
ολλανδικά
zondag, zonneschijn, zonnebloem, zon
ρωσικά
подсолнух, солнце, подсолнечник
νορβηγικά
sol
σουηδικά
sol, solros
φινλανδικά
aurinko
δανικά
sol, solsikke
τσεχικά
slunečnice, slunce
πολωνικά
słonecznik, słońce, świt
ουγγρικά
napraforgó, napfény
τούρκικα
güneş
ουκρανικά
соняшниковий, сонце, соняшник
αλβανικά
dielli, diell
βουλγαρικά
подслонях, слънчоглед, неделя, слънце
λευκορωσικά
нядзеля, сонца
εσθονικά
päevalill, päike, p
κροατικά
suncokreta, sunce, suncokret, suncu, sunca
ισλανδικά
sól
λατινικά
sol
λιθουανικά
saulė, saulėgrąža, sekmadienis
λετονικά
saulgrieze, saulespuķe, svētdiena, saule
σλαβομακεδονικά
недела, сонцогледот, сонце
ρουμανικά
duminică, floarea-soarelui, soare
σλοβενικά
sonce
σλοβακικά
slnko, suň, slnce, výslní