Voitettu στα ελληνικά
Μετάφραση: voitettu, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεπερνώ, νικημένος, γουόν, Won, Κέρδισε, Κερδισμένο, ουόν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ekonomi στα ελληνικά - οικονομολόγος, B.Sc., Πτυχίο, πτυχίο B.Sc., πτυχίου, το Πτυχίο
- eripuraisuus στα ελληνικά - διχόνοια, προστριβή, ασυμφωνία, τριβή, έριδος, διχόνοιας, έριδας
- karkeasti στα ελληνικά - πρόχειρα, περίπου, χονδρικά, προσέγγιση, σχεδόν, κατά προσέγγιση
- neuvos στα ελληνικά - Σύμβουλος, Σύμβουλο, Σύμβουλος της, Συμβούλου
Τυχαίες λέξεις
Voitettu στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεπερνώ, νικημένος, γουόν, Won, Κέρδισε, Κερδισμένο, ουόν
Μεταφράσεις: ξεπερνώ, νικημένος, γουόν, Won, Κέρδισε, Κερδισμένο, ουόν