Yksikkömuoto στα ελληνικά
Μετάφραση: yksikkömuoto, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιδιόμορφος, μοναδικός, ενικός, μορφή, έντυπο, φόρμα, μορφής, υπό μορφή
Μεταφράσεις
- ahdin στα ελληνικά - συμπιεστής, στήριγμα, τιράντες, κηδεμόνα, στηρίγματος, με τιράντες
- hämätä στα ελληνικά - ευθύς, ντόμπρος, προσποίηση, μπλόφα, θολώνω, συσκοτίζω, συγχύζω, ...
- laatu στα ελληνικά - ιδιότητα, είδη, τακτοποιώ, σύμπλεγμα, κλάση, παρακεντώ, ποιότητα, ...
- naakka στα ελληνικά - καρακάξα, κολοιός, jackdaw, κάργια, καλιακούδα
Τυχαίες λέξεις
Yksikkömuoto στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιδιόμορφος, μοναδικός, ενικός, μορφή, έντυπο, φόρμα, μορφής, υπό μορφή
Μεταφράσεις: ιδιόμορφος, μοναδικός, ενικός, μορφή, έντυπο, φόρμα, μορφής, υπό μορφή