Franquear en griego

traducción: franquear, diccionario: español » griego

lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
εκκρίνω, αυτεξούσιος, τσάμπα, απαλλαγμένος, κυκλοφορώ, απαλλάσσω, δωρεάν, δημοσιεύω, διαπραγματευτεί, διαπραγματευθεί, διαπραγματεύονται, διαπραγματευτούν, διαπραγματεύεται
Franquear en griego
Palabras relacionadas
otros Idiomas

Palabras relacionadas: franquear

franquear un paquete, franqueo carta, franquear en destino, franquear significado, franquear o flanquear, franquear diccionario de idioma griego, franquear en griego

Traducciones

  • franela en griego - φανέλα, φανέλας, φανέλα του, ύφασμα φανέλας, flannel
  • franja en griego - φράντζα, κρόσσι, παρυφές, κροσσός, Fringe, περιθωριακών, περιθωριακοί, ...
  • franqueza en griego - ειλικρίνεια, ανοίγματος, το άνοιγμα, τη διαφάνεια, ανοικτό χαρακτήρα
  • frasco en griego - παγούρι, μπουκάλι, φλάσκα, εμφιαλώνω, κανάτα, δοχείο, γυάλα, ...
palabras al azar
Franquear en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: εκκρίνω, αυτεξούσιος, τσάμπα, απαλλαγμένος, κυκλοφορώ, απαλλάσσω, δωρεάν, δημοσιεύω, διαπραγματευτεί, διαπραγματευθεί, διαπραγματεύονται, διαπραγματευτούν, διαπραγματεύεται