Λέξη: έκζεμα
Σχετικές λέξεις: έκζεμα
έκζεμα μωρού, έκζεμα στο πρόσωπο, έκζεμα στα χέρια, έκζεμα στο στήθος, έκζεμα στο μάτι, έκζεμα βότανα, έκζεμα ή ψωρίαση, έκζεμα θεραπεία, έκζεμα στις παλάμες, έκζεμα στο πόδι
Συνώνυμα: έκζεμα
λειχήν
Μεταφράσεις: έκζεμα
έκζεμα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
eczema
έκζεμα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
eczema, eccema, el eczema, el eccema, eczemas
έκζεμα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ekzem, Ekzem, Ekzeme, Ekzemen, Neurodermitis
έκζεμα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
eczéma, l'eczéma, d'eczéma, un eczéma, de l'eczéma
έκζεμα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
eczema, eczemi, l'eczema, di eczema, dell'eczema
έκζεμα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
eczema, o eczema, de eczema, eczemas, do eczema
έκζεμα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
eczeem, eczema, van eczeem
έκζεμα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
экзема, экземы, экзему, экземе, экземой
έκζεμα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
eksem, eczema, eksemet
έκζεμα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
eksem, eksemet
έκζεμα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ekseema, ihottuma, ihottumaa, ekseeman, ihottuman
έκζεμα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
eksem, eksemet, eksemer
έκζεμα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyrážka, ekzém, ekzémy, ekzému, ekzémů, eczema
έκζεμα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wyprysk, egzema, egzemy, wyprysku, egzemę
έκζεμα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ekcéma, az ekcéma, ekzema, ekcémát
έκζεμα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
egzama, egzema, ekzema, egzaması
έκζεμα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
екзема
έκζεμα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ekzemë, ekzema, ekzeme, eczema, ekzema e
έκζεμα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
екзема, екземи, екземата, на екзема
έκζεμα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
экзэма, экзема
έκζεμα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sammaspool, ekseem, ekseemi
έκζεμα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
lišaj, ekcem, ekcemi, ekcema, egzem
έκζεμα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
exem, exemið, exemi
έκζεμα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
egzema, egzemos, egzemai
έκζεμα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ekzēma, ekzēmu, ekzēmas, eczema
έκζεμα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
егзема, егзем, егземи, екцем, екзема
έκζεμα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
eczemă, eczeme, eczema, eczemelor, eczemei
έκζεμα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ekcem, ekcema, eczema, ekcemi, ekcemov
έκζεμα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vyrážka, ekzém, ekzémy