Λέξη: στήλη
Σχετικές λέξεις: στήλη
στήλη του αρχοντικού, στήλη άλατος, στήλη ντουζ, στήλη υδρομασάζ, στήλη ροζέτας, στήλη των όφεων, στήλη των καμινίων, στήλη μπάνιου, στήλη του μερνεφθά, στήλη του κωνσταντίνου, σπονδυλική στήλη
Συνώνυμα: στήλη
σωρός, στοίβα, στοιβάδα, πυρά, οικοδομή, κίων, κολόνα, στύλος, φάλαγγα
Μεταφράσεις: στήλη
στήλη στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
column, stele, the column, column of, column is
στήλη στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pilar, columna, la columna, columna de, la columna de, de columna
στήλη στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
leitartikel, kolumne, kolonne, druckspalte, stütze, rubrik, spalte, knickstab, pfeiler, säule, reihe, Spalte, Säule, Kolonne, Spalten
στήλη στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chronique, pilier, balustre, fissure, éditorial, rubrique, pylône, section, file, colonne, la colonne, colonne de, colonnes
στήλη στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pilastro, colonna, rubrica, colonna di, colonne, della colonna, di colonna
στήλη στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
rubrica, coluna, coluna de, de coluna, da coluna, em coluna
στήλη στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
rubriek, pilaar, colonne, hoofd, kolom, steunpilaar, zuil, de kolom, column, rechterkolom
στήλη στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
рубрика, графа, столп, столбик, колонка, опора, поддержка, колонна, столб, столбец, передовица, колонке, столбца
στήλη στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kolonne, søyle, kolonnen
στήλη στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
pelare, kolonn, kolumn, kolumnen, kolonnen
στήλη στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
rivistö, pystyrivi, sarake, osasto, palsta, kolumni, pilari, jono, pylväs, sarakkeessa, sarakkeen, sarakkeeseen, kolonnin
στήλη στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kolonne, søjle, kolonnen, søjlen, spalte
στήλη στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
četa, sloupek, kolona, sloup, sloupec, sloupce, sloupci
στήλη στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
słupek, słup, łam, felieton, szpalta, kolumienka, rubryka, filar, dział, stojak, kolumna, kolumny, kolumnie, kolumnę
στήλη στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
oszlop, oszlopban, oszlopon, oszlopában, oszlopot
στήλη στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
direk, sütun, kolon, sütunu, kolonu, sütununda
στήλη στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
стовп, опора, опертя, графа, шпальту, колона, колонка, стовпчик
στήλη στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kolonë, kolona, kolona e, kolonën e, column
στήλη στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
колона, колонка, колонна, колоната, графа
στήλη στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
калонка, калёнка, колонка
στήλη στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tulp, sammas, kolonn, veerg, veerus, veeru, kolonni
στήλη στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kolona, stup, stupac, članak, stupca, stupcu, kolone
στήλη στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
dálki, dálkur, dálkurinn, súla, dálk
στήλη στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
columna
στήλη στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
skiltis, kolona, stulpelis, skiltyje, stulpelyje
στήλη στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
stabiņš, stabs, kolonna, sleja, slejā, kolonnu, kolonnas
στήλη στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
колона, колоната, колумна, столб
στήλη στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
editorial, coloană, coloana, pe coloană, coloană de, o coloană
στήλη στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kolona, rubrika, stolpec, stolpcu, stolpca, steber
στήλη στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
rubrika, stĺpec, stĺpci, stĺpca