Adjudge στα ελληνικά
Μετάφραση: adjudge, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποφαίνομαι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adjournments στα ελληνικά - αναβολών, αναβολές, διακοπών, διακοπών που, αναβολών που
- adjourns στα ελληνικά - γυρνάει, αναβάλλει, συνέρχεται, Μαθητείας συνέρχεται, γυρνάει πίσω
- adjudged στα ελληνικά - κριθεί, κρίνεται, κηρυχθεί, κηρυχθεί σε, επιδικασθέν
- adjudges στα ελληνικά - Κρίνει
Τυχαίες λέξεις
Adjudge στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποφαίνομαι
Μεταφράσεις: αποφαίνομαι