Λέξη: αναστεναγμός

Σχετικές λέξεις: αναστεναγμός

αναστεναγμός translation, αναστεναγμός αγγλικά

Συνώνυμα: αναστεναγμός

στεναγμός

Μεταφράσεις: αναστεναγμός

αναστεναγμός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sigh, suspiration, sigh of, a sigh, sighing

αναστεναγμός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
suspiro, suspirar, suspiro de, suspiro-, suspiró, suspirando

αναστεναγμός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
seufzen, seufzer, stöhnen, säuseln, Seufzer, Seufzen, seufzend, Seufzer aus, seufzte

αναστεναγμός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
soupir, soupirer, soupirant, en soupirant

αναστεναγμός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sospiro, sospirare, sigh, sospirando, respiro

αναστεναγμός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
suspirar, suspiro, sigh, suspiro de, suspirando

αναστεναγμός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
smachten, kreunen, zuchten, zucht, sigh, zuchtend, verzuchting

αναστεναγμός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
охнуть, вздох, тосковать, вздохнуть, дуновение, ахать, разахаться, вздыхать, вздохом, вздохнул, вздыхает, вздохнув

αναστεναγμός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sukk, sigh, sukket, lettet ut

αναστεναγμός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
suck, sigh, sucka, suckar

αναστεναγμός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
huoata, huokaista, huokailla, suhista, huokaus, päästi, huokaisten, sigh

αναστεναγμός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
sukke, suk, sigh, sukkede

αναστεναγμός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vzdychnutí, povzdechnutí, vzdychat, vzdech, povzdech, povzdechnout, povzdechem, sigh

αναστεναγμός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
celownik, wzdychać, westchnąć, westchnienie, sigh, westchnieniem, ech, wzdycha

αναστεναγμός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sóhajtás, sóhaj, sóhajt, sóhajtott, sóhajjal, sóhajtva

αναστεναγμός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
iç çekiş, sigh, iç çekişi, siir, iç geçiriyorum

αναστεναγμός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
подув, зітхніть, зітхання, подих, вздох

αναστεναγμός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
psherëtimë, rënkon, sigh, psherëtimë e, psherëtimë të

αναστεναγμός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
въздишка, въздъхна, въздишката, стон

αναστεναγμός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўздых, уздых, уздыхнуў

αναστεναγμός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ohe, ohkama, sigh, õhkama, igatsemine

αναστεναγμός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
uzdah, uzdisati, čeznuti, sigh, uzdahom, uzdahnuti

αναστεναγμός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
andvarp, andvarpa, andvarpaði, andvarpaði og, þytur

αναστεναγμός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atodūsis, aikčioti, atsidusti, ošti, atsidusimas

αναστεναγμός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nopūta, sigh, nopūtās, nopūsties

αναστεναγμός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
воздишка, Воздивнува, воздишката, издишка, глетка

αναστεναγμός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
suspin, oftat, sigh, oftând, suspina

αναστεναγμός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
sigh, vzdih, vzdihnil, predznaka, vzdihljaj

αναστεναγμός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zatúžiť, vzdychnutí, vzdych, povzdych, zavzdychnutie
Τυχαίες λέξεις