Adoption στα ελληνικά
Μετάφραση: adoption, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υιοθεσία, υιοθέτηση, έγκριση, έκδοση, θέσπιση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adopter στα ελληνικά - υιοθετών, υιοθετών για, υιοθετούσα, ο υιοθετών, υιοθετούντος
- adopting στα ελληνικά - υιοθέτηση, την υιοθέτηση, υιοθετώντας, έγκριση, την έγκριση
- adoptive στα ελληνικά - θετός, θετή, θετοί, θετούς, υιοθετούντων
- adoptively στα ελληνικά - υιοθετικά, επίκτητα, θετώς, θετά
Τυχαίες λέξεις
Adoption στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υιοθεσία, υιοθέτηση, έγκριση, έκδοση, θέσπιση
Μεταφράσεις: υιοθεσία, υιοθέτηση, έγκριση, έκδοση, θέσπιση