Affected στα ελληνικά
Μετάφραση: affected, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιτηδευμένος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- affectation στα ελληνικά - εκζήτηση, επιτήδευση
- affectations στα ελληνικά - επιτήδευση
- affectedly στα ελληνικά - με επιτήδευσιν
Τυχαίες λέξεις
Affected στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιτηδευμένος
Μεταφράσεις: επιτηδευμένος