Affection στα ελληνικά
Μετάφραση: affection, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρυφερότητα, στοργή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- affecting στα ελληνικά - επηρεάζουν, που επηρεάζουν, επηρεάζει, που επηρεάζει, αφορούν
- affectionate στα ελληνικά - στοργικός
- affectionately στα ελληνικά - στοργικά, αγάπη, με αγάπη, χαϊδευτικά, αγάπη που
Τυχαίες λέξεις
Affection στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρυφερότητα, στοργή
Μεταφράσεις: τρυφερότητα, στοργή