Ailment στα ελληνικά

Μετάφραση: ailment, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασθένεια, αρρώστια
Ailment στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aileron στα ελληνικά - πτερύγιο αεροπλάνου, πηδάλιο κλίσεως αέρος, πτερύγιο κλίσης, πηδάλιο κλίσεως
  • ailing στα ελληνικά - πάσχων, ασθενής, προβληματικών, προβληματικές, πάσχουσα
  • ailments στα ελληνικά - παθήσεις, ασθένειες, παθήσεων, ασθενειών, παθήσεις που
  • ails στα ελληνικά - στενοχωρεί, που στενοχωρεί, βασανίζει
Τυχαίες λέξεις
Ailment στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασθένεια, αρρώστια