Amplify στα ελληνικά
Μετάφραση: amplify, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενισχύω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amplifier στα ελληνικά - ενισχυτής
- amplifies στα ελληνικά - ενισχύει, το ενισχύει
- amplifying στα ελληνικά - ενίσχυση, ενισχύων, ενισχύσεως, ενισχυτική, ενισχυτικό
- amplitude στα ελληνικά - εύρος, πλάτος
Τυχαίες λέξεις
Amplify στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενισχύω
Μεταφράσεις: ενισχύω