Appetising στα ελληνικά
Μετάφραση: appetising, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορεκτικός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- appetence στα ελληνικά - λαχτάρα, γευστικότητας, σφοδρής επιθυμίας, επιθυμία όμως
- appetite στα ελληνικά - όρεξη
- appetites στα ελληνικά - ορέξεις, όρεξη, τις ορέξεις, ορέξεων, όρεξή
Τυχαίες λέξεις
Appetising στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορεκτικός
Μεταφράσεις: ορεκτικός