Λέξη: πιέτα
Συνώνυμα: πιέτα
πτυχή
Μεταφράσεις: πιέτα
πιέτα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
tuck, frill, pleat
πιέτα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
volante, dobladura, pliegue, fruncir, golosinas, tuck, cirugía estética, cirugía estética de
πιέτα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
falbel, zierrat, dekoration, bundfalte, rüsche, kragen, falte, Biese, Falte, stecken, tuck, Straffung
πιέτα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
plier, volant, pli, jabot, retrousser, ornement, fronce, rempli, trousser, plisser, repli, signet, fraise, fourrer, rucher, plissé, Tuck, rentrage, plastie
πιέτα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
grinza, piega, rimboccare, infilare, tuck, riponetelo, doppia dovuta al tergitamburo
πιέτα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
aconchegar, arregaçar, prega, Tuck, dobra, dobra da
πιέτα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
plooi, tuck, opgetrokken, tast, de Plooi
πιέτα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
оборочка, вытачка, оборка, подсовывать, засунуть, прятать, засучивать, сборки, давиться, сборка, брыжейка, складка, жабо, засовывать, подтыкать, засучить, Tuck, живота, Тук, складку
πιέτα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fold, tuck, Plastikk, brette, stikke, innklapp
πιέτα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
plissera, veck, rynka, tuck, insticks, invik, tuffing
πιέτα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
poimu, survoa, kuroa, poimuttaa, laskostaa, laskos, karkki, tuck, muotoiluleikkaus, työntää
πιέτα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
guffe, tuck, guf, optrukken, kan gemmes
πιέτα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
řasit, skládat, podkasat, záhyb, vykasat, vyhrnout, záložka, kanýr, plisé, okruží, vecpat, plisovat, nacpat, volán, zastrčit, tuck, přivázat, nabrat
πιέτα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
łakocie, wtykać, kreza, splecenie, zbiór, falbanka, fałd, plisa, składać, schować, fałdować, chować, falbana, zakładka, otulać, podwijać, podwinąć, fanfara, omotać się
πιέτα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fodor, pliszé, flanc, rakás, berak, Tuck, behajt, felhúzott
πιέτα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sokmak, tıkmak, kıvırmak, kambur çıkarma, kıvrılmak
πιέτα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
рюш, давитися, задоволення, зборки, величатися, складка, засовувати, зборка, задаватися, підгинати, жабо, складки
πιέτα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
palosje, bark, fut, stomak, bëj palosje
πιέτα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
оборка, баста, подвивам, неща за ядене, думкане на барабан, бастичка
πιέτα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
зморшчына, складка, маршчынка, маршчына
πιέτα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
krooge, toppima, kurd, pitsrüüs, plisseerima, torkama, rüüs, volt, parkima, vitsutama, tuck, kurrutama
πιέτα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
nabrati, nabor, falta, plesti, plisirati, falda, ugurati, podvrnuti, podvući
πιέτα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Tuck, togaður
πιέτα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
klostė, maistas, pakišti, Tuck, Podwijać
πιέτα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
iešūt, iešuve, ieloce
πιέτα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
навивам, подвивам
πιέτα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pliseu, băga, ascunde, Tuck, lipita, fang
πιέτα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
tuck, Ugurati, Podvući, Uvući, Podvrnuti
πιέτα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
záhyb, ozdoba, plisovaní, zastrčiť, zasunúť, zastrčit, zastrčte