Arise στα ελληνικά

Μετάφραση: arise, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προκύπτω, εγείρομαι
Arise στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aril στα ελληνικά - περικάρπιο, επίσπερμο σαρκώδες
  • arisen στα ελληνικά - ανασταίνομαι, προέκυψε κατά
  • arising στα ελληνικά - που προκύπτουν, που απορρέουν, απορρέουν, προκύπτουν, προκύπτει
Τυχαίες λέξεις
Arise στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προκύπτω, εγείρομαι