Around στα ελληνικά

Μετάφραση: around, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γύρω, γύρω από, περίπου, όλο, σε όλο
Around στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aromatize στα ελληνικά - αρωματίζει
  • arose στα ελληνικά - προέκυψε, προέκυψαν, ανέκυψε, ανέκυψαν, γεννήθηκε
  • arousal στα ελληνικά - διέγερση, διέγερσης, διεγέρσεως, εγρήγορσης, τη διέγερση
  • arousals στα ελληνικά - αφυπνίσεις, αφυπνίσεων, εγέρσεων, παθολογικές αφυπνίσεις, εγρηγόρσεις
Τυχαίες λέξεις
Around στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γύρω, γύρω από, περίπου, όλο, σε όλο