Λέξη: διάζωμα

Σχετικές λέξεις: διάζωμα

διάζωμα ορισμός, διάζωμα λεξικό, διάζωμα « αρχαία θέατρα» τησ μπένος το «διάζωμα» αθήνα νοέμβριος 2009 σελ. 6, διάζωμα δελφοί, διάζωμα μπένος, άνω διάζωμα, διάζωμα εκδόσεις

Συνώνυμα: διάζωμα

ζωοφόρος, χονδρό μάλλινο ύφασμα

Μεταφράσεις: διάζωμα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
frieze, tier, diazoma, fillet, a frieze
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
friso
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fries, Fries, frieze
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
frise, congeler, Frise des, frieze, la frise
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fregio
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
friso, frieze, tecido de lã, bordadura, frisa
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
fries, frieze
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
фриз, бобрик, фриза, бордюр
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
frise, vadmel
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fris
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
friisi, frieze, sarka
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
frise, frieze
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vlys
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
fryza, fryz, ratyna, frieze, lampas w tapetach
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
daróc, szegélyléc, fríz, abaposztó, szegélydísz, frizek, bolyhos
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
friz, şayak, duvar süsü, kaba yün kumaş, friz ile süslemek
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
фриз, фріз
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
larim, cohë e lehtë, frizë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
китеник, шаяк, аба, бордюр, фриз
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
фрыз
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
friisriie, friis, bobrik, Sarka, Friisi
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
friz
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
frieze
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
bordiūras, frizas, bobrikas, Ratyna, Fryz
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
frīze
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
фриз
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
friză, aba
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Friz
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vlys, Nápis, Nápis na, Na hrane, hrane
Τυχαίες λέξεις