Assimilation στα ελληνικά
Μετάφραση: assimilation, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αφομοίωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- assimilates στα ελληνικά - αφομοιώνει, αφομοιωτικών, εξομοιώνει, εξισώνει
- assimilating στα ελληνικά - αφομοιώνοντας, αφομοίωση, αφομοιώνει, αφομοιώνουν, αφομοίωσης
- assimilations στα ελληνικά - εξομοιώσεων, αφομοιώσεις, εξομοιώσεων που
- assimilative στα ελληνικά - αφομοιωτικός, εξομοιωτικό, αφομο, αφομοιωτικών, αφομοιωτικής
Τυχαίες λέξεις
Assimilation στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αφομοίωση
Μεταφράσεις: αφομοίωση