Αρπακτικότητα στα αγγλικά
Μετάφραση: αρπακτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
rapacity, rapaciousness, ravening, predacity, predatoriness
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: αρπακτικότητα
rapacity
- αρπακτικότητα
- πλεονεξία
- αρπακτικότης
- αρπακτικότης
- αρπακτικότητα
- αρπακτικότης
- αρπακτικότητα
- αρπακτικότης
- αρπακτικότητα
- αρπακτικότητα
- αρπακτικότης
Σχετικές λέξεις: αρπακτικότητα
αρπακτικότητα λεξικό γλώσσας αγγλικά, αρπακτικότητα στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- αρπαγή στα αγγλικά - kidnapping, rapine, seizure, grapnel, ravishment, robbery, depredation
- αρπακτικός στα αγγλικά - predatory, raptorial, ravenous, grasping, predaceous
- αρραβώνες στα αγγλικά - engagement, betrothal, engagment, betrothment, engagements
- αρρώστια στα αγγλικά - malady, illness, ailment, disease, sickness
Τυχαίες λέξεις
Αρπακτικότητα στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: rapacity, rapaciousness, ravening, predacity, predatoriness
Μεταφράσεις: rapacity, rapaciousness, ravening, predacity, predatoriness