Λέξη: εύχομαι

Σχετικές λέξεις: εύχομαι

εύχομαι γιώργος ξυλούρης, εύχομαι η πρώτη ατομική βόμβα κατά της ρωσίας να πέσει στην ελλάδα, εύχομαι φέτος η χρονιά να είναι σέξι, εύχομαι η ανάσταση του κυρίου, εύχομαι χρόνια πολλά, εύχομαι καλά χριστούγεννα, εύχομαι το νέο έτος, εύχομαι το 2013, εύχομαι συνώνυμα, εύχομαι η πρώτη ατομική βόμβα εναντίον της ρωσίας να πέσει στην ελλάδα

Συνώνυμα: εύχομαι

προσεύχομαι, ικετεύω, παρακαλώ, επιθυμώ, δεσμεύομαι, ενεχυριάζω, εγγυώμαι, υπόσχομαι, προπίνω

Μεταφράσεις: εύχομαι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
wish, pray, I wish, I hope, wish you
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
querer, ansiar, deseo, felicitar, desear, deseos, de deseos
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wunsch, lust, wünschen, Wunsch, wollen, möchten, möchte
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
prétendre, désirons, voeu, désirer, aspiration, félicitation, désirent, souhaiter, envie, souhait, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
volere, desiderare, voglia, augurarsi, augurare, augurio, voto, desiderio, desidera
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pretender, sábio, querer, desejo, pretensão, desejar, anseio, deseja, desejam, desejamos
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zin, willen, verkiezen, verlangen, zucht, lust, wens, begeerte, begeren, wensen, ...
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пожелание, изволить, ссудить, жаждать, соизволение, хотеть, пожелать, желать, воля, одолжить, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ønske, ønsker, vil, skulle ønske
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
önska, tillönskan, vilja, önskar, vill, önskar att
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
toivotus, mielihalu, haluta, toive, tavoitella, toivomus, toivoa, toivottaa, tahtoa, haluavat, ...
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
vilje, ønske, ville, ønsker, vil, gerne, ønsker det
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
toužit, žádat, tužba, přání, žádost, touha, přát, blahopřání, chtít, přejete, ...
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
życzyć, żałować, pragnąć, życzenie, chęć, zachcieć, pragnienie, chcieć, chcesz
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kívánság, kíván, szeretnék, kívánja, kívánnak
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
istek, dilek, dilemek, istemek, isteyen, geçirmeniz dileğiyle, dileğiyle, diliyorum
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
наймудріший, бажання, б
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dëshiroj, dëshirë, uroj, dëshironi, dëshirojnë, dëshirojmë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
желание, пожелавам, желая, искам, желаете, искате
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
хацець, жаданне, жаданьне
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
soov, soovite, soovivad, soovi, soovin
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
molba, žele, želite, želja, žuditi, željeti, poželjeti, htjeti
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
óska, vilt, vilja, vildi, viljum
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
votum, voluntas, cupio, desiderium
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
trokšti, norėti, palinkėti, pageidauti, norite, nori, pageidauja
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
vajadzība, vēlēšanās, vēlēties, vēlēt, novēlēt, vēlas, vēlaties, vēlos
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
посакувам, сакаат, сакате, сакаш, желба
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ura, dorinţă, dori, vrea, doresc, doriți, doriti
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
želja, želijo, želim, želeli, želi
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
želať, priať, chcieť, želajú, želá

Στατιστικά δημοτικότητας: εύχομαι

Τυχαίες λέξεις