Associate στα ελληνικά
Μετάφραση: associate, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνέταιρος, συσχετίζω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- assizes στα ελληνικά - ορκωτό δικαστήριο, Ασσίζες, κακουργιοδικείο, Ασσιζών, Ασσίζη
- assn στα ελληνικά - Assn, Assn υποψήφιοι, η Assn, Πρακτορείων, Πρακτορείων των
- associated στα ελληνικά - σχετίζονται, συνδέονται, που συνδέονται, σχετίζεται, που σχετίζονται
- associates στα ελληνικά - συνεργάτες, συνεργατών, οι συνεργάτες, συγγενείς επιχειρήσεις, τους συνεργάτες
Τυχαίες λέξεις
Associate στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνέταιρος, συσχετίζω
Μεταφράσεις: συνέταιρος, συσχετίζω