Bait στα ελληνικά

Μετάφραση: bait, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δόλωμα
Bait στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • baited στα ελληνικά - δολωμένα, έχουν ως δόλωμα, που έχουν ως δόλωμα, δολωθεί, δολωμένες
  • baiter στα ελληνικά - δελεαστής
Τυχαίες λέξεις
Bait στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δόλωμα