Benevolent στα ελληνικά
Μετάφραση: benevolent, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνετός, καλόβουλος, ευμενής, φρόνιμος
Μεταφράσεις
- benelux στα ελληνικά - Μπενελούξ, Benelux, της Μπενελούξ, της Benelux
- benevolence στα ελληνικά - καλοσύνη, φιλανθρωπία
- benevolently στα ελληνικά - καλοπροαίρετα, καλοκάγαθα, χαράς, για αγαθοεργό, αγαθοεργό
- bengal στα ελληνικά - Βεγγάλη, Βεγγάλης, της Βεγγάλης
Τυχαίες λέξεις
Benevolent στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνετός, καλόβουλος, ευμενής, φρόνιμος
Μεταφράσεις: συνετός, καλόβουλος, ευμενής, φρόνιμος