Boat στα ελληνικά

Μετάφραση: boat, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάρκα, πλοίο, σκάφος, σκάφους, σκαφών
Boat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • boasting στα ελληνικά - επαίρεται, καυχάται, προσφέροντας, καυχάται για
  • boasts στα ελληνικά - μπορεί να υπερηφανεύεται, υπερηφανεύεται, μπορεί να υπερηφανεύεται για, να υπερηφανεύεται, υπερηφανεύεται για
  • boat-hook στα ελληνικά - βάρκα, πλοίο, σκάφος, σκάφους, σκαφών
  • boat-house στα ελληνικά - πλοίο, βάρκα, σκάφος, σκάφους, σκαφών
Τυχαίες λέξεις
Boat στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάρκα, πλοίο, σκάφος, σκάφους, σκαφών