Bodily στα ελληνικά
Μετάφραση: bodily, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωματικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bodies στα ελληνικά - φορείς, οργανισμούς, οργανισμοί, σώματα, όργανα
- bodiless στα ελληνικά - ασώματος, ασώματο, ασώματη, ασώματοι, ασώματες
- boding στα ελληνικά - Boding
Τυχαίες λέξεις
Bodily στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωματικά
Μεταφράσεις: σωματικά