Λέξη: πλευρό

Σχετικές λέξεις: πλευρό

πλευρό στα αγγλικα, σπασμένο πλευρό, ραγισμένο πλευρό

Συνώνυμα: πλευρό

πλευρά, μέρος, μεριά, πτέρυγα, πλευρά λόφου, λαγών

Μεταφράσεις: πλευρό

πλευρό στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
flank, rib, side, the side, alongside, his side

πλευρό στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
costilla, lado, nervio, nervadura, costado, flanco, lateral, parte, banda, lado de

πλευρό στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
lamelle, flanke, drehschiene, rippe, kühlerlamelle, spant, Seite, Seiten, Neben, seitigen

πλευρό στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
flanquer, côte, côté, latérale, face, latéral, côté de

πλευρό στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
costola, costa, fianco, lato, parte, laterale, versante

πλευρό στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
costela, rítmico, reforço, lado, lateral, lados, lado do, o lado

πλευρό στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
nerf, rib, ribbel, ribbe, kant, zijde, zijkant, zij-, zij

πλευρό στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
фланг, нервюра, фланк, бок, жилка, фланкировать, рубчик, сторона, чешуя, папирус, бочок, крыло, ребро, ость, фланировать, склон, стороны, стороне, боковой, сбоку

πλευρό στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
spile, ribben, ribbein, side, siden, til siden

πλευρό στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
revben, sida, sidan, sido

πλευρό στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ruode, kohojuova, kylkiluu, piena, kylki, ruoto, kuve, raita, puoli, puolella, puolelle, laitaa, puolelta

πλευρό στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
spant, ribben, side, siden, kanten, sider

πλευρό στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
strana, slabina, bok, žebro, úbočí, boční, postranní, na straně, bočních

πλευρό στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
żeberko, żebro, bok, szponder, flanka, strona, boczny, boku, z boku

πλευρό στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
erezet, horpasz, feleség, lágyék, oldalsó, oldalán, oldalon, oldali, oldal

πλευρό στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kaburga, yan, tarafı, tarafında, taraf, yandan

πλευρό στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
крило, фланг, ріал, бік, луска, бочок, схил, сторона

πλευρό στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
brinjë, bri, anë, anësor, pala, anën, anën e

πλευρό στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
фланг, ребро, страна, страничен, странична, страничната, странични

πλευρό στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бераг, бок

πλευρό στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tiib, ribi, pool, külg, poolel, küljel, küljele

πλευρό στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
izbočina, bok, oštrica, žilica, rebro, strana, strani, stranu, bočni, side

πλευρό στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fylkingararmur, rifbein, hlið, megin, kantinum, hliðin, hliðinni

πλευρό στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šonkaulis, pusė, pusėje, šalutinis, šoninės, komanda

πλευρό στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
riba, branga, sānu, puse, pusē, side, flangu

πλευρό στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
страна, од страна на, страна на, од страна, несакани

πλευρό στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
coastă, lateral, parte, partea, din partea, laterale

πλευρό στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
lemova, stran, side, stranski, stranska, stransko

πλευρό στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
úbočí, strana, bočné, bočný, bočnej, bočná, bočnú

Στατιστικά δημοτικότητας: πλευρό

Τυχαίες λέξεις