Calculate στα ελληνικά
Μετάφραση: calculate, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπολογίζω, λογαριάζω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- calculability στα ελληνικά - μετρησιμότητα, υπολογισιμότητα, υπολογισιμότητας, της υπολογισιμότητας, την υπολογισιμότητα
- calculated στα ελληνικά - υπολογίζεται, υπολογίστηκε, υπολογιστεί, υπολογίζονται, που υπολογίζεται
- calculates στα ελληνικά - υπολογίζει, υπολογίζει την, που υπολογίζει
Τυχαίες λέξεις
Calculate στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπολογίζω, λογαριάζω
Μεταφράσεις: υπολογίζω, λογαριάζω