Component στα ελληνικά
Μετάφραση: component, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συστατικός, εξάρτημα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- administering στα ελληνικά - χορήγηση, χορήγησης, χορηγήσεως, χορηγούντα
- attests στα ελληνικά - βεβαιώνει, πιστοποιεί, μαρτυρεί, πιστοποιούν, επιβεβαιώνει
- baggage-man στα ελληνικά - αποσκευών, αποσκευές, τις αποσκευές, για τις αποσκευές, μεταφοράς των αποσκευών
Τυχαίες λέξεις
Component στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συστατικός, εξάρτημα
Μεταφράσεις: συστατικός, εξάρτημα