Λέξη: κράμα

Σχετικές λέξεις: κράμα

κράμα χαλκού νικελίου και ψευδαργύρου, κράμα ψευδάργυρου, κράμα αλουμινίου, κράμα χαλκού, κράμα λευκωσία, κράμα invar, κράμα συνώνυμα, κράμα έπιπλα, κράμα μετάλλου, κράμα άλιμος

Συνώνυμα: κράμα

μίγμα μέταλλου, μείγμα, συγχώνευση, συνδυασμός, ιδιοσυγκρασία, διάθεση, θυμός, ψυχική διάθεση, έψαξη

Μεταφράσεις: κράμα

κράμα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
alloy, blend, alloy of, alloyed

κράμα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
alear, aleación, aleación de, la aleación, de aleación, de aleación de

κράμα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
legierung, Legierung, Legierungs, Metall

κράμα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
alliage, brouiller, allier, en alliage, alliage de, un alliage, l'alliage

κράμα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lega, lega di, in lega, della lega, in lega di

κράμα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
liga, ligar, liga de, ligas, de liga, ligado

κράμα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
legering, metaalmengsel, alliage, gelegeerd, lichtmetalen, aluminium, legeringen

κράμα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сплавлять, сплав, легировать, лигатура, проба, сплава, сплавов, литые

κράμα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
legering, legeringen, legert, leger

κράμα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
legering, legeringen, legerings, erat

κράμα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
metalliseos, seostamattomasta, seostamatonta, seosterästä, alumiinivanne

κράμα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
metal, legering, legeret, legeringen, alu, legeringer

κράμα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
směs, slitina, příměs, legovat, slitiny, slitin, legované, legovaná

κράμα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
domieszka, stop, mieszać, stapiać, stopu, ze stopu, stopem, stopowej

κράμα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ötvözet, ötvözött, könnyűfém, ötvözetből, ötvözetlen

κράμα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
alaşım, alaşımlı, alaşımı, metal, alaşımlar

κράμα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сплав, сплавляти, проба, метал

κράμα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
aliazh, aliazh të

κράμα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сплав, сплави, нелегирани, легирана

κράμα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сплаў, сплав, метал

κράμα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sulam, sulami, sulamist, legeeritud, legeerterasest

κράμα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
miješati, primjesa, legura, legure, slitina, slitine, od legure

κράμα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
álfelgur, ál, málmblendi, málmblanda

κράμα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lydinys, metalas, Lengvojo lydinio, lydinio, lydinių, legiruotojo

κράμα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sakausējums, sakausējuma, sakausējumu, lietie, leģētā

κράμα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
легура, алуминиумски, од легура, легури, легирани

κράμα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
aliaj, aliaj de, din aliaj, din aliaj de, aliat

κράμα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zlitine, zlitina, zlitin, zlitino

κράμα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zliatina, zliatiny, zliatinu
Τυχαίες λέξεις