Compulsory στα ελληνικά
Μετάφραση: compulsory, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποχρεωτικός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- areola στα ελληνικά - θηλαία άλω, θηλαίας άλω, θηλαία άλως, άλω
- cataclysmic στα ελληνικά - κατακλυσμικός, κατακλυσμική, κατακλυσμιαίες, κατακλυσμικό, κατακλυσμιαία
Τυχαίες λέξεις
Compulsory στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποχρεωτικός
Μεταφράσεις: υποχρεωτικός