Concession στα ελληνικά

Μετάφραση: concession, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραχώρηση, παραχώρησης, παραχωρήσεως, εκχώρησης, σύμβαση παραχώρησης
Concession στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • acidulate στα ελληνικά - οξυνίζω
  • all-absorbing στα ελληνικά - όλα, όλες, όλοι, όλων, όλους
Τυχαίες λέξεις
Concession στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραχώρηση, παραχώρησης, παραχωρήσεως, εκχώρησης, σύμβαση παραχώρησης