Contestant στα ελληνικά
Μετάφραση: contestant, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαγωνιζόμενος, αγωνιζόμενος, διαγωνιζόμενου, διαγωνιζόμενο, αγωνιζόμενο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- addictive στα ελληνικά - εθιστικό, εθιστική, εθιστικά, εθιστικές, εθισμό
- cases στα ελληνικά - περιπτώσεις, περιπτώσεων, υποθέσεις, περίπτωση, τις περιπτώσεις
- challenging στα ελληνικά - προκλητική, πρόκληση, προκλητικό, δύσκολο, προκλήσεις
Τυχαίες λέξεις
Contestant στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαγωνιζόμενος, αγωνιζόμενος, διαγωνιζόμενου, διαγωνιζόμενο, αγωνιζόμενο
Μεταφράσεις: διαγωνιζόμενος, αγωνιζόμενος, διαγωνιζόμενου, διαγωνιζόμενο, αγωνιζόμενο