Correlation στα ελληνικά

Μετάφραση: correlation, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συσχέτιση
Correlation στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • absolve στα ελληνικά - απαλλάσσω
Τυχαίες λέξεις
Correlation στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συσχέτιση